Camino de Santiago
EVEREST BASE CAMP
GREEK EXPLORER
Περιπέτεια στα 5.364 μέτρα
“Δεν είναι το βουνό που κατακτήσαμε, αλλά τον εαυτό μας.”
― Edmund Hillary
Everest – Base Camp: Κάθε μεγάλο ταξίδι αφήνει πίσω του σιωπή. Το Camino de Santiago είχε τελειώσει και τα 900 χιλιόμετρα του ήταν πλέον ανάμνηση. Μια σκέψη είχε αρχίσει να στριφογυρίζει στο κεφάλι μου: ένα δεύτερο, ακόμα μεγαλύτερο.
Αυτή τη φορά, όμως, δεν ήθελα απλώς να περπατήσω ένα μονοπάτι. Ήθελα κάτι που θα με έστελνε ψηλά, στις πιο άγριες και απόκρημνες πλαγιές του πλανήτη. Έψαχνα την επόμενη πρόκληση, αυτή που θα δοκίμαζε τις αντοχές μου — ένα ακραίο υψόμετρο που θα με άφηνε χωρίς ανάσα. Αλλά τι ήξερα εγώ για τα μυστικά των ορεινών όγκων; Πρακτικά τίποτα.
Όπως όλα τα μεγάλα μου σχέδια, η απάντηση που έφτιαξα για τον εαυτό μου ήταν χαοτικά απλή. Χρειαζόμουν κάποιον που να έχει γευτεί την πίκρα τους και να κατέχει τη γνώση τους. Έτσι λοιπόν άρχισα να τριγυρίζω σε ορειβατικούς συλλόγους. Στο μάτι είχα βάλει το Kilimanjaro. Φαινόταν λιγότερο ζόρικο από τους άλλους ορεινούς γίγαντες και όχι τόσο τεχνικό.
Ο στόχος μου ήταν να ξεπεράσω τα 5.000 μέτρα. Αν τα κατάφερνα, αυτό και το Camino θα με πήγαιναν πιο ψηλά και πιο μακριά από κάθε μου πρόγονό. Έτσι, άρχισα να σκαρφαλώνω βουνά. Έμαθα τα βασικά: πώς να δένεσαι, πού να πατάς, και το πιο σημαντικό, πότε να σταματάς.
Εισερχόμενο
Ήταν ένα από εκείνα τα βράδια που νιώθεις ότι τίποτα σημαντικό δεν πρόκειται να συμβεί. Καθόμουν μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή, σερφάροντας, όταν ξαφνικά εμφανίζεται ένα email από τον ΕΟΣ Αθηνών. Το θέμα ήταν : “Ομιλία για την κορυφή του Έβερεστ”.
Ο ομιλητής θα ήταν ο Μάριος Γιαννάκου. Το όνομα μου ακούστηκε γνωστό αλλά δεν μπορούσα να θυμηθώ από πού. Κάτι μέσα μου, όμως, με τράβηξε. Ένιωσα εκείνο το αίσθημα που σου λέει “πρέπει να πας”. Και έτσι, πέντε μέρες αργότερα, βρέθηκα στην αίθουσα του ΕΟΣ, καθισμένος ανάμεσα σε δεκάδες άτομα που έψαχναν το ίδιο πράγμα: έμπνευση.
Όταν τον είδα, η μνήμη μου έκανε κλικ. Ήταν ο ίδιος άνθρωπος. Τέσσερα χρόνια πριν, την ημέρα της γιορτής μου, 6 Ιανουαρίου, είχε εμφανιστεί τυχαία στην οθόνη μου. Το TEDx που έκανε restart τον εγκέφαλό μου.
Καραντίνα Σαλόνι Κουζίνα
Θυμάμαι τον εαυτό μου σαν χθες. Εν μέσω καραντίνας και απολυμένος από τη δουλειά. Οι ιδανικές συνθήκες για να ψάξει κανείς το νόημα της ζωής του, θα μπορούσε να πει κάποιος. Αυτός ο κάποιος, φίλε, εκείνη την περίοδο σε διαβεβαιώ ότι δεν ήμουν εγώ. Σε εκείνη τη φάση είχα κυλήσει πολύ άσχημα. Ήμουν μια μηχανή κατανάλωσης ουσιών, ετοιματζίδικου φαγητού και νικοτίνης.
Η μόνη συντροφιά μου ήταν κάτι περιστασιακές προσωπικότητες που πηγαινοέρχονταν σπίτι μου με παραποιημένες αιτήσεις εξόδου και μπόλικο θράσος. Είχα απλά αποδεχθεί το ρόλο μου ως ο τύπος που ξέρει να περνά καλά και απλά το διασκέδαζα. Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα. Βλέπεις το “να περνάς καλά” καμιά φορά ξεφεύγει και αυτές οι απολαύσεις του καναπέ γίνονται η χειρότερη φυλακή σου.
Μη στα πολυλογώ, οι ημέρες κυλούσαν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Μεταξύ ύπνου και ξύπνιου. Κάπως έτσι είχε ξεκινήσει και εκείνο το βράδυ. Το YouTube με βομβάρδιζε με προτεινόμενα χωρίς σταματημό. Εγώ απο νωρίς είχα μπει σε λειτουργία πτήσης και όλα δούλευαν ρελαντί και στον αυτόματο.
TEDx
Η ώρα πρέπει να ήταν γύρω στις τρε΄ις τα ξημερώματα όταν ένα βίντεο μου τράβηξε τη προσοχή. Ήταν ένας ψηλός τύπος όχι πάνω από 25 που εξιστορούσε το στόρι του. Αυτός ο τύπος ονομάζόταν Μάριος και μερικά χρόνια αργότερα θα κατακτούσε τη κορυφή του κόσμου, το Έβερεστ.
Ήταν μια ομιλία δεκαπέντε λεπτών. Μιλούσε για το πώς έκοψε το τσιγάρο και τις καταχρήσεις. Πώς κατάφερε να χάσει βάρος. Και τελικά, πώς από 140 κιλά μεταμορφώθηκε σε υπεραθλητή μεγάλων αποστάσεων. Ένας άνθρωπος που έτρεχε πιο μακριά από ό,τι μπορούσα να φανταστώ. Η μεταμόρφωσή του; Εξωπραγματική. Δεν πίστευα ότι αυτός ο τύπος είχε καταφέρει κάτι τόσο τρελό. Όχι με λόγια και θεωρίες — μόνο με το ίδιο του το είναι.
Το πάθος που διηγούταν όλα αυτά τα απίθανα με είχε συνεπάρει. Μιλούσε για πειθαρχία, για στόχους, για το πώς πρέπει να διαλύεις τον εαυτό σου, να τον σπας σε χίλια κομμάτια και να τον ξαναφτιάχνεις από την αρχή, καλύτερο, πιο δυνατό. Η ιστορία του Μάριου δεν ήταν παραμύθι. Δεν μου μίλησε απλώς, μου φύτεψε το μικρόβιο. Και μια μικρή φωνή άρχισε να μου ψιθυρίζει:
“Και τι θα γινόταν αν ξεπερνούσες τα όριά σου; Αν έβγαινες απο αυτη φυλακή; Αν άφηνες πίσω τα πάντα. Μέχρι πού θα μπορούσες να φτάσεις;”
Εκείνη τη στιγμή, δεν είχα κάποια απάντηση. Η απάντηση μου ήρθε 12 λεπτά αργότερα, με το επόμενο βίντεο.
Aha Moment
Το επόμενο βίντεο, ήταν του Mike Horn, ενός από τους σπουδαιότερους εξερευνητές της εποχής μας. Στην ομιλία του, μίλησε για το πώς η ζωή μας περιορίζεται σε περίπου 30.000 ημέρες. Επέμενε ότι πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί με τον χρόνο μας. Και τότε, ανάμεσα στις ιστορίες του για τις τρελές εξερευνήσεις, αναδύθηκε μια ερώτηση.
Μια ερώτηση απλή, αλλά αμείλικτη: “What makes you, you?”
Ήταν εκείνη η στιγμή που το πίσω μέρος του εγκεφάλου μου επαναστάτησε. Ήταν η ερώτηση που μου έδωσε την απάντηση. Δεν την έψαξα – με βρήκε εκείνη. Σκεφτόμουν όλους αυτούς τους ανθρώπους που είχαν φτάσει στα όριά τους και τα είχαν ξεπεράσει. Τι είχαν κοινό; Στοχοπροσήλωση. Πειθαρχία. Αν το κατάφεραν αυτοί, μπορώ κι εγώ. Μπορώ να αλλάξω.
Στις 6 Ιανουαρίου 2021, την ημέρα της γιορτής μου, είχα το δικό μου “aha moment”. Ένα κομμάτι μέσα μου, που κοιμόταν χρόνια, ξύπνησε και πήρα τη μεγαλύτερη απόφαση της ζωής μου.
Δεν σταμάτησα να βλέπω το ένα βίντεο μετά το άλλο. Κατορθώματα σπουδαίων ανθρώπων που έτρεχαν υπερ-αποστάσεις, έκαναν εξερευνήσεις στα πιο δυσπρόσιτα σημεία του πλανήτη, ανέβαιναν βουνά ή διέσχιζαν ολόκληρους ωκεανούς με μικρά ιστιοπλοϊκά. Μαζί τους ταξίδευα κι εγώ.
Εκείνο το βράδυ δεν κέρδισα τον κόσμο. Δεν χρειάστηκε. Κέρδισα εμένα. Και αυτό ήταν αρκετό.
Η Συνάντηση
Πίσω στα γραφεία του ΕΟΣ όμως. Ο Μάριος βραβεύεται. Χειροκροτήματα, φωτογραφίες και χαμόγελα. Εγώ κοιτάζω το ρολόι μου πιο συχνά απ’ όσο αλλάζω πλευρό στον ύπνο μου, περιμένοντας. Είμαι εδώ γεμάτος απορίες για τα βουνά και τα ταξίδια που θέλω να κάνω.
Στέκομαι τρία μέτρα μακριά από τη πηγή πληροφορίων που χρειάζομαι και είμαι αποφασισμένος να μάθω τα πάντα. Κοιτάζω τον Μάριο καθώς μιλάει για το πώς τα βουνά του έμαθαν περισσότερα από κάθε βιβλίο που διάβασε ποτέ. Δεν μιλάει για τη δόξα ή τις κορυφές. Μιλάει για το κρύο, για την κούραση και για τις στιγμές που αμφιβάλλεις για τον εαυτό σου — πώς τις νικάς. Πώς προχωράς.
Η βραβευση τελειώνει και το πλήθος αρχίζει να διαλύεται. Πλησιάζω τον ψηλό και του λέω: ‘Μάριε, είσαι η αιτία που έκοψα το τσιγάρο’. Σταματάει, με κοιτάζει και προσπαθεί να καταλάβει αν κάνω πλάκα ή αν είμαι τρελός. Το βλέμμα του αλλάζει. Χαμογελάει αργά, λες και αναγνωρίζει κάτι μέσα μου. Εκείνη τη στιγμή, ήξερα πως είχα μπροστά μου έναν άνθρωπο που με καταλάβαινε απόλυτα. Ήταν κι αυτός τρελός.
Αδερφάκο είσαι μέσα
Μιλήσαμε για λίγο. Του είπα για τα πρότζεκτ που θέλω να πετύχω και πριν φύγουμε βγάλαμε μια φωτογραφία μαζί. Ανταλλάξαμε τηλέφωνα και μου είπε ότι ετοίμαζε μια ομάδα για το Basecamp. Μου εξήγησε όμως ότι όλες οι θέσεις ήταν ήδη κλεισμένες. “Κρίμα”, του είπα. “Αν έχεις καμία ακύρωση, έρχομαι!”
Χαιρετηθήκαμε και έφυγα. Οι γιορτές των Χριστουγέννων με βρήκαν στο σπίτι, να ψάχνω πληροφορίες για το Κιλιμάντζαρο. Δεν ήξερα ακόμα πού θα με οδηγήσει αυτή η αναζήτηση, αλλά ήξερα πως δεν θα σταματήσω. Πρωτοχρονιά. Ξαφνικά βλέπω ένα στόρι από τον Μάριο: ‘Δύο ακυρώσεις για το Basecamp’. Παίρνω αμέσως τηλέφωνο. ‘Η μία θέση έκλεισε ήδη,’ μου λέει. ‘Θα σε ενημερώσει ο Σταύρος.’ Έτσι περίμενα.
Οι ημέρες περνούν και τελικά μια ωραία πρωία χτυπάει το τηλέφωνο. Ήταν ο Σταύρος.
Μετά από μια επική συνομιλία, μου λέει: “Αδερφάκο. Είσαι μέσα.” Κλείνω το τηλέφωνο και για μερικά δευτερόλεπτα σκέφτομαι. Είμαι μέσα. Εγώ, που κάποτε δεν μπορούσα να πάω κουζίνα σαλόνι χωρίς να λαχανιάσω, είμαι μέσα. Και για πρώτη φορά, νιώθω ότι αυτό το “μέσα” σημαίνει πολλά περισσότερα από ό,τι είχα φανταστεί.
Ταξίδι στα Ιμαλάια και στο Everest Base Camp! Ζήσε μια μοναδική περιπέτεια στα 5364 μ΄έτρα με την Ascend Hikes που θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη ζωή σου.
Αεροδρόμιο
24 Απριλίου στο αεροδρόμιο 21 νοματαίοι φορτωμένοι για το Base Camp. Ο Μάριος στην υποδοχή, με ένα χαμόγελο που έλεγε “ξέρω κάτι που δεν ξέρετε”. Στα χέρια του, μια ταμπέλα που έγραφε: “Αν το μετανιώσατε, τώρα είναι αργά”. Άλλοι γελάνε, άλλοι κοιτάζουν το πάτωμα. Άλλοι ρωτάνε τον εαυτό τους “Τι δουλειά έχω εδώ με αυτούς;”.
Ένα γκρουπ ένας κι ένας. Σαν καστ από ταινία Tarantino. Μιαμιση ντουζίνα τρελοί έτοιμοι να μπουν σε ένα αεροπλάνο που πάει προς το άγνωστο. Κανείς δεν το λέει φωναχτά, αλλά όλοι ξέρουμε την αλήθεια: από εδώ και πέρα, ούτε το κουμπί “πίσω” υπάρχει, ούτε το “ακύρωση αποστολής” δουλεύει.
Με το πρώτο φως της ημέρας, Όλοι είχαν καρφωμένα τα μάτια τους έξω από το παράθυρο. φανερώθηκε ο γίγαντας. Το Έβερεστ. Όχι σε φωτογραφία, όχι σε ντοκιμαντέρ. Αληθινό. Με τις κορυφές του να σκίζουν τα σύννεφα.
Ο ήλιος το χτυπάει λοξά, και οι πλαγιές του γεμίζουν με αποχρώσεις πορτοκαλί και ροζ. Οι σκιές μένουν πίσω, σκοτεινές και άγριες. Δεν μιλάει κανείς. Δεν χρειάζεται. Μπροστά μας, το βουνό που οι άνθρωποι σκοτώνονται για να ανέβουν. Το βλέπουμε από ένα παράθυρο, σαν να μας αφήνει να κρυφοκοιτάξουμε κάτι ιερό.
Εκείνη τη στιγμή, δεν υπάρχει τίποτα άλλο στον κόσμο. Μόνο το Έβερεστ και εμείς. Ο καθένας το βλέπει με τον δικό του τρόπο. Δεν υπάρχει τίποτα να πεις. Αυτό το βουνό δεν θέλει λέξεις. Θέλει σεβασμό.
Κατμαντού – Χάος, κόρνα και μπαχάρια
Η προσγείωση στο Κατμαντού ήταν πιο απότομη απ’ όσο περίμενα. Ο πιλότος έκανε μια βουτιά που έκανε το στομάχι να πιάσει ταβάνι και τα χέρια να γραπώσουν το μπροστινό κάθισμα. Το αεροπλάνο έτριξε ολόκληρο, οι τροχοί χτύπησαν την άσφαλτο και ξαφνικά, ήμασταν εκεί.
Στο Νεπάλ. “Βίζα;” ρωτάει η υπάλληλος με το πιο κουρασμένο βλέμμα που έχω δει ποτέ. Δίνω το διαβατήριο και περιμένω. Ακολουθούν σφραγίδες, ένας ήχος “κλακ” και το διαβατήριο επιστρέφει στα χέρια μου. “Welcome to Nepal”, μου λέει χωρίς να με κοιτάξει. Δεν περιμένα τίποτα λιγότερο.
Ο δρόμος από το αεροδρόμιο μέχρι το ξενοδοχείο μου ξύπνησε μνήμες απο τα ταξίδια μου στην Ινδία. Κορναρίσματα, άνθρωποι που περνάνε δρόμους χωρίς να κοιτάζουν, καρότσια με φρούτα και μηχανάκια που στρίβουν προς όλες τις κατευθύνσεις. Οι οδηγοί δεν κορνάρουν επειδή θυμώνουν. Κορνάρουν για να επιβιώσουν. Είναι ένας κώδικας που δεν τον μαθαίνεις ποτέ, απλά τον δέχεσαι.
Το λεωφορείο κάνει ελιγμούς ανάμεσα σε ποδήλατα, πεσμένα καλώδια, καροτσάκια και κάτι σκυλιά που πιστεύουν ότι είναι αθάνατα και δεν κάνουν στην άκρη για τίποτα. Φτάνουμε στο ξενοδοχείο. Ένα γρήγορο μπάνιο, φαγητό και έξω για τις απαραίτητες αγορές. Δεν υπάρχει χρόνος. Έχουμε μόνο μερικές ώρες ξεκούρασης πριν το πραγματικό μας ταξίδι.
Ramechap
Ένα ετοιμόρροπο πούλμαν μάς παραλαμβάνει ξημερώματα και ένα ταξίδι 6 ωρών μέσα από τοπία που μοιάζουν βγαλμένα από τη Μόρντορ αρχίζει. Δρόμοι χωρίς αύριο, γκρεμοί χωρίς κάγκελα και κάθε στροφή μια μικρή προσευχή. Ο προορισμός μας; Ένα τοπικό αεροδρόμιο που περισσότερο θυμίζει χωράφι παρά διάδρομο προσγείωσης.
Όλες οι πτήσεις ακυρωμένες λόγω ομίχλης. Το αεροδρόμιο γεμάτο κόσμο που περιμένει ένα θαύμα. Ειχα ήδη πιάσει φιλίες με τον Άλεξ, ένας απο τους υπόλοιπους τρελούς του γκρούπ και δέσαμε πολυ γρήγορα. Αρχίσαμε να περιφέρομαστε τριγύρω απο το αεροδρόμιο μέχρι που βρεθήκαμε σ’ ένα τριτοκοσμικό μικρό καφέ που θύμιζε παράγκα.
Στον επάνω όροφο υπήρχαν δύο μικρά δωμάτια με κρεβάτια. Κοιτάω τη γυναίκα πίσω από τον πάγκο και τη ρωτάω: “Πόσο για έναν ύπνο;” Δεν μιλούσε αγγλικά αλλά χαμογέλασε. Δεν ρώτησα τίποτα άλλο. Κατάλαβε τι θέλω. Ανεβήκαμε. Ξάπλωσα και έπεσα ξερός — όπως αποδείχτηκε, οι τελευταίες δύο ώρες ξεκούρασης για τις επόμενες 15 ημέρες.
Είχε πάει απόγευμα όταν ήρθε η ανακοίνωση. “Φεύγουμε με ελικόπτερα” μας είπε ο Σταύρος . Όλοι κοιταχτήκαμε. Ομίχλη παντού και εμείς θα πετάξουμε με ελικόπτερα μέσα στα Ιμαλάια. “Όσο πάει και γίνεται καλύτερο”, σκέφτηκα. Το αστείο είναι πως τίποτα δεν ήταν προγραμματισμένο. Η τύχη μάς οδήγησε ως εδώ, η τύχη θα μας πετάξει και παραπέρα. “Μη φοβάστε”, τους είπα. “Είναι όλα υπολογισμένα κατά τύχη.”
Το πιο επικίνδυνο αεροδρόμιο στο κόσμο!
Η Lukla είναι το αεροδρόμιο-θρύλος. Ο πιο επικίνδυνος διάδρομος προσγείωσης στον κόσμο, μια λωρίδα ασφάλτου πάνω σε ένα γκρεμό. Η καρδιά μου έχει πάθει δεκαέξι εμφράγματα αλλά μόλις το ελικόπτερο ακούμπησε τη γη το αίμα κυκλοφόρησε ξανά στο εσωτερικό μου. Από εδώ ξεκινά και το μονοπάτι. Μικρά πέτρινα σπίτια και χρωματιστές σημαίες προσευχής κυματίζουν παντού στον αέρα.
Τα πρώτα βήματα είναι ευγενικά λες και το βουνό θέλει να σε ξεγελάσει. Διασχίζουμε μικρά μαγαζάκια και χαμόσπιτα. Οι ντόπιοι πορτερ μας περνούν γρήγορα, φορτωμένοι με απίστευτα βάρη. Η πλάτη τους σκυμμένη, φοράνε σαγιονάρες, καπνίζουν, περπατούν αθόρυβα με το βήμα τους σταθερό, σαν να μην τους αφορά η βαρύτητα.
Lukla-Phakding (2,652 m )
Το πρώτο μας lodge είναι λιτό αλλά ζεστό. Το δωμάτιό μου έχει δύο ξύλινα μικρά κρεβάτια με λεπτά στρώματα σε μέγεθος τσιγαρόχαρτου. Μαζί μου έχω τον υπνόσακο για -15°C. Οι τοίχοι είναι λεπτοί, και ο παραμικρός ήχος ακούγεται, αλλά ποιος νοιάζεται; Στο σαλόνι, η μικρή ξυλόσομπα καίει αργά και όλοι μαζευόμαστε γύρω της.
Ζεστή σούπα στο τραπέζι και το πρώτο αίσθημα της ομάδας αρχίζει να χτίζεται. Γνωριζόμαστε μεταξύ μας αλλά και με την ομάδα της Asian Trekking, τους ντόπιους οδηγούς μας. Τα γέλια, οι ιστορίες και οι πρώτες κουβέντες για το ταξίδι αρχίζουν να μάς δένουν.
Στον τοίχο, βλέπω τη φωτογραφία του Sir Edmund Hillary και του Tenzing Norgay Sherpa. Οι πρώτοι που πάτησαν την κορυφή του Έβερεστ. Κοιτάζω το πρόσωπό τους και σκέφτομαι: “Κι εγώ τώρα πατάω στα βήματά τους;”. Η κούραση τελικά με κερδίζει. Πάω δωμάτιο ξαπλώνω και αποκοιμάμαι. Ήταν μια επεισοδιακή ημέρα και αυτό είναι μόνο η αρχή.
Ξεκινήσαμε το πρωί από Lukla, με τον ήλιο να ανατέλλει και την πρωινή δροσιά να μας συνοδεύει. Θυμάμαι την την χαρακτηριστική είσοδο του χωριού και τα μικρά μαγαζάκια.
Περάσαμε από την αψίδα του Sagarmatha National Park οπου υπήρχε μια γυψινη κατασκευή. Αναπαριστούσε τις κορυφές των Ιμαλαΐων, θυμίζοντάς μας το μεγαλείο αυτού του ταξιδιού. Ο Μάριος κάθε δέκα λεπτά μας υπενθύμιζε “Νεράκι να πίνετε!” Το νερό, βοηθάει στο υψόμετρο. Το είπε τόσες φορές που στο τέλος το κάναμε σλόγκαν.
Η ανάβαση γίνεται πιο απότομη. Τα πόδια βαραίνουν και η ανάσα αρχίζει να κόβει. Τα πρώτα βήματα πάνω στα πέτρινα σκαλοπάτια είναι η τελετή εισόδου και το μονοπάτι μπροστά μας υπόσχονταν εμπειρίες που θα μας άλλαζαν για πάντα. Αλλά ακόμα δεν είχαμε ιδέα για το τι θα ακολουθούσε.
Phakding – Namche Bazaar (Εγκλιματισμός 3.440 m)
Φτάσαμε στο Hillary Bridge, την επιβλητική κρεμαστή γέφυρα που αιωρείται πάνω από τον ποταμό Dudh Kosi. Με ύψος 135 μέτρα και μήκος 60 μέτρα, θεωρείται μία από τις ψηλότερες κρεμαστές γέφυρες του Νεπάλ. Κάθε βήμα πάνω της το αισθάνεσαι, με τον άνεμο να την κουνάει ελαφρά και εσύ να προσεύχεσαι να αντέξει μέχρι να φτάσεις απέναντι.
Στο Namche Bazaar, η πόλη-καταφύγιο των ορειβατών, το σκηνικό αλλάζει. Εδώ υπάρχει ζωή, μαγαζάκια με εξοπλισμό και φρέσκο ψωμί. Για μια στιγμή, νιώθουμε ξανά άνθρωποι, με όλες τις μικρές πολυτέλειες που συχνά θεωρούμε δεδομένες.
Περάσαμε δύο ημέρες στο Namche Bazaar. Ήταν μια απαραίτητη στάση για εγκλιματισμό. Το σώμα μας έπρεπε να προσαρμοστεί στο αυξανόμενο υψόμετρο. Ο εγκλιματισμός είναι μια διαδικασία προσαρμογής. Το σώμα συνηθίζει τις αλλαγές στην ατμοσφαιρική πίεση. Μαθαίνει να λειτουργεί με τη μειωμένη ποσότητα οξυγόνου. Έτσι μειώνεται ο κίνδυνος ασθένειας υψομέτρου.
Επισκεφθήκαμε το μουσείο Sherpa Culture Museum και το άγαλμα του Tenzing Norgay, του θρυλικού Σέρπα.
Έπειτα, είχαμε μια απρόσμενα επεισοδιακή συνάντηση στο Mount Everest Documentation Center. Ο ιδιοκτήτης, φανερά εκνευρισμένος, κύρηξε εμένα και το Μάριο ανεπιθύμητους επειδή τραβήξαμε βίντεο κάποια εκθέματα θεωρώντας το παραβίαση των κανονισμών του χώρου. Η κατάσταση ξέφυγε γρήγορα, καθώς όχι μόνο μας επέπληξε έντονα, αλλά κατέληξε να μας κυνηγάει στους διαδρόμους του μουσείου!
Ταξίδι στα Ιμαλάια και στο Everest Basecamp! Ζήσε μια μοναδική περιπέτεια στα 5364 μ΄έτρα με την Ascend Hikes που θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη ζωή σου.
Namche Bazaar – Tengboche (3,867 m)
Η διαδρομή αυτή είναι ποίηση και βασανιστήριο. Το μονοπάτι ανοίγει σταδιακά, αποκαλύπτοντας κορυφές που τρυπάνε τον ουρανό. Οι εικόνες κόβουν την ανάσα. Ο αέρας γίνεται πιο ψυχρός και οι πλαγιές πιο άγριες. Εδώ ο ρυθμός των Sherpa κυριαρχεί. Αργά και με απίστευτη ψυχραιμία, ανεβαίνουν το μονοπάτι χωρίς να δείχνουν ίχνος κούρασης.
Η πορεία καταλήγει σε ένα φυσικό ξέφωτο που προσφέρει πανοραμική θέα στις κορυφές του Ama Dablam και του Everest. Σταματήσαμε να δούμε τις προσευχές που κυματίζουν στον άνεμο και νοιώσαμε δέος με την ανάσα των κορυφών πάνω απο τα κεφάλια μας.
Η πορεία συνέχιζε με εναλλαγές ανάμεσα σε σκιερά μονοπάτια και ανοιχτές, απόκρημνες πλαγιές. Ο αέρας γινόταν όλο και πιο ψυχρός ενώ η ανάσα και τα πόδια κόβονται.
Μικρές πέτρες στοιβαγμένες η μία πάνω στην άλλη. Ανάγλυφα και σύμβολα ευγνωμοσύνης προς τα βουνά. Ο ήχος απο τα μπατόν μπλέκεται με την απόλυτη ησυχία. Εκεί συνειδητοποιείς κάτι σημαντικό. Δεν ανεβαίνεις απλώς ένα μονοπάτι. Προσπαθείς να φτάσεις στη στέγη του κόσμου.
Tengboche – Dingboche (Εγκλιματισμός 4,358 m)
Η αίσθηση του υψομέτρου είναι πλέον φανερή. Κάθε ανάσα είναι πιο κοφτή και το περπάτημα πιο βαρύ. Το μονοπάτι είναι σπαρμένο με πέτρες και η αίσθηση του απέραντου τοπίου γίνεται σχεδόν μεταφυσική.
Η ομάδα κινείται αργά και πιο προσεκτικά. Ο αέρας είναι πιο λεπτός και η κούραση γραμμένη στα πρόσωπα όλων. Οι Sherpa κινούνται με την ίδια σταθερότητα. Κάθε τόσο κάποιος κοντοστέκεται μπας και πάρει μια γεμάτη ανάσα ή να κοιτάξει το τοπίο.
Το Dingboche είναι το τελευταίο σημείο «άνεσης» πριν το μεγάλο άγνωστο. Εδώ, παίρνουμε πάλι χρόνο να εγκλιματιστούμε. Ο ρυθμός πέφτει. Πρέπει να δώσουμε στο σώμα μας χρόνο να συνηθίσει το υψόμετρο, αλλιώς θα μας «διώξει» το ίδιο το βουνό.
Το βράδυ δύσκολο. Το υψόμετρο μας χτύπησε και οι κρίσεις πανικού δεν άργησαν να εμφανιστούν. Η ανάσα γινόταν βαριά, το στήθος σφιχτό, και η σιωπή της νύχτας έκανε τα πάντα να μοιάζουν πιο έντονα. Για να καταπολεμήσουμε τον φόβο, την επόμενη ημέρα μαζευτήκαμε όλοι μαζί στη σαλα του lodge, ο ένας δίπλα στον άλλον. Μοιραστήκαμε κουβέρτες και ιστορίες μέχρι να μας πάρει ο ύπνος.
Μερικές φορές η μόνη θεραπεία που χρειάζεσαι είναι η ανθρώπινη παρουσία. Όπως λέει και ένα ρητό: «Μόνος σου πας γρήγορα, με την ομάδα σου πας μακριά.» Εκείνη τη νύχτα, καταλάβαμε ότι δεν ήμασταν μόνοι. Ήμασταν μαζί, και με αυτή την ομάδα σίγουρα μπορείς να πας οπουδήποτε.
Dingboche – Lobuche (5030 m)
Η φύση δεν χαρίζεται εδώ. Ο αέρας τρυπάει και τα πνευμόνια πασχίζουν απεγνωσμένα να βρουν το λίγο οξυγόνο που απομένει. Έχω ήδη ξεκινήσει να παίρνω diamox προληπτικά αλλά μέχρι στιγμής εγκλιματίζομαι πολύ καλα. Δεν έχω σοβαρά συμπτωματα.
Περνάμε από μνημεία ορειβατών που χάθηκαν στις προσπάθειές τους, πέτρες χαραγμένες με ονόματα και σημαίες προσευχής που στροβιλίζονται στον παγωμένο ουρανό.
Σταματάμε. Προσευχόμαστε για όσους χάθηκαν και ο Μάριος τοποθετεί μια επιγραφή στη μνήμη του Jason Kennison, που έχασε τη ζωή του ένα χρόνο πριν παλεύοντας για την κορυφή. Ήταν μέλη στην ίδια ομάδα κορυφής, στη φονικότερη χρονιά που γνώρισε ποτέ το Έβερεστ.
Συμμετείχαμε σε ένα τελετουργικό με τους Sherpa εις μνήμη των θανόντων ορειβατών. Μαζευτήκαμε γύρω απο τη φωτιά, όπου έκαψαν θυμίαμα και έψαλλαν μάντρα, ζητώντας ευλογία για τις ψυχές που έφυγαν στο βουνό. Ήταν μια στιγμή που μας υπενθύμισε τη δύναμη και την αγριότητα του Έβερεστ.
Η σιωπή έγινε βαριά και τα βλέμματα είναι στραμμένα προς τη ψυχή. Η ομάδα μιλά λιγότερο. Κανείς δεν θέλει να σπάσει τη στιγμή. Το μονοπάτι μπροστά, μας τραβάει όλη τη προσοχή. Οι σκέψεις γυρίζουν μέσα μας βαριές – σιωπηλές. Εδώ ο θάνατος δεν είναι ένας μακρινός μύθος. Είναι μια αλήθεια που ακουμπά κάθε μας βήμα. Ο καθένας μας έχει ήδη αρχίσει να μετρά τις αντοχές του. Να μετρά τον ίδιο του τον εαυτό.
Το Lobuche ξεπροβάλλει μέσα στην ομίχλη, σαν φάντασμα που στέκει αγέρωχο. Είναι άγριο και παγωμένο, αλλά είναι το μόνο καταφύγιο που έχουμε. Και αυτή τη στιγμή, είναι αρκετό. Κοιτάζω την ταμπέλα που γράφει Lobuche Elevation 5030m και ένα κύμα συναισθημάτων με κατακλύζει.
Συνειδητοποιώ ότι έπιασα τον στόχο μου – ξεπέρασα τα 5.000 μέτρα. Τα παιδιά με συγχαίρουν, χτυπούν φιλικά την πλάτη μου, χαμογελούν. Έπρεπε να νιώθω περήφανος, σωστά; Αλλά όχι. Μέσα μου πάλι αυτή η μικρή, ενοχλητική φωνή αρχίζει να ψιθυρίζει: «Αυτό δεν είναι το τέλος. Ακόμα πιο πέρα. Ακόμα πιο ψηλά.» Αφήνω την ταμπέλα πίσω μου, και κοιτάζω τις κορυφές που χάνονται μέσα στα σύννεφα. Το βουνό είναι εκει. Περιμένει. Ένα βήμα τη φορά.
Lobuche – Gorak Shep (5.164 m)
Η διαδρομή από το Lobuche προς το Gorak Shep είναι σύντομη αλλά εξαντλητική. Το μονοπάτι κυλά ανάμεσα σε παγωμένα ρυάκια και απότομους βράχους, ενώ στο βάθος ξεπροβάλλουν οι επιβλητικές κορυφές των Ιμαλαΐων.
Η γη είναι άγρια, σχεδόν απόκοσμη, γεμάτη με χαλίκια και πάγο που τρίζει κάτω από τα πόδια μας. Εδώ, δεν υπάρχει ίχνος χλωρίδας. Η ζωή έχει υποχωρήσει μπροστά στις ακραίες συνθήκες.
Τα μόνα πλάσματα που κυκλοφορούν εδώ πάνω είμαστε εμείς και τα yak. Τα ανθεκτικά ζώα των Ιμαλαΐων. Εμείς και τα yak, προσαρμοσμένοι όλοι μαζί στο υψόμετρο. Εμείς κουβαλάμε την ψυχή μας και αυτά τα εφόδια και κρατούν το μονοπάτι ζωντανό. Μας κοιτούν και αναρρωτιούνται : “Πως βρεθήκαν αυτοί εδώ;” Χωρίς αυτά, η ζωή εδώ θα ήταν αδιανόητη.
Το Gorak Shep, είναι στα 5.164 μέτρα. Τόπος σιωπής και ακατέργαστης ομορφιάς. Είναι το τελευταίο χωριό πριν το Everest Base Camp, αλλά και αφετηρία για την ανάβαση στο Kala Patthar. Νιώθουμε εξαντλημένοι, αλλά γεμάτοι προσμονή.
Ταξίδι στα Ιμαλάια και στο Everest Basecamp! Ζήσε μια μοναδική περιπέτεια στα 5364 μ΄έτρα με την Ascend Hikes που θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη ζωή σου.
Everest Base Camp (5.364 m)
Η στιγμή που όλοι περιμέναμε. Η διαδρομή από το Gorak Shep προς το Base Camp ξεκινά μέσα από μια επίπεδη, χωμάτινη έκταση που απλώνεται για περίπου ένα χιλιόμετρο. Σύντομα, το μονοπάτι ανηφορίζει σε μια κορυφογραμμή που συναντά τα παγετώνικά ποτάμια του Khumbu.
Το τελευταίο κομμάτι είναι το πιο δύσκολο. Το οξυγόνο κόβεται στα δύο. Κάθε βήμα είναι μια μικρή νίκη ενάντια στο ίδιο σου το σώμα. Η ακτινοβολία του ήλιου, δυνατή και ανελέητη, καίει το δέρμα. Η αφυδάτωση σε παραμονεύει, καθώς το σώμα σου χάνει υγρά χωρίς να το καταλαβαίνεις. Κάθε κίνηση είναι αγώνας. Αλλά συνεχίζεις γιατί ξέρεις ότι είσαι κοντά.
Στα αριστερά μας υψώνεται η Pumori, ενώ στα δεξιά μας απλώνεται η οροσειρά του Everest, με τον παγετώνα να κυλά αργά ανάμεσά τους.
Το έδαφος είναι γεμάτο μεγάλα βράχια και παγωμένες πλάκες, κάνοντάς το μονοπάτι ασταθές και απαιτητικό. Δεν είναι η τεχνική δυσκολία που σε καταβάλει, αλλά το υψόμετρο και η έλλειψη οξυγόνου, που κάνουν κάθε βήμα να μοιάζει με άθλο. Κάθε βήμα εδώ απαιτεί 100 φορές περισσότερη προσπάθεια από τις συνηθισμένες πεζοπορίες.
Καθώς πλησιάζουμε το Base Camp, ο παγετώνας Khumbu στα δεξιά μας γίνεται το επίκεντρο της προσοχής. Είναι το πρώτο εμπόδιο που πρέπει να περάσουν οι ορειβάτες στην πορεία τους προς την κορυφή του Έβερεστ. Από μακριά, τα καλυμμένα με βράχια κομμάτια πάγου μοιάζουν με ογκόλιθους, αλλά από κοντά αποκαλύπτουν τον συμπαγή και επικίνδυνο αιώνιο πάγο τους.
Η απεραντοσύνη του τοπίου ξεπερνά κάθε περιγραφή. Είναι μια εμπειρία που καθηλώνει τον νου και προκαλεί δέος. Οι πολύχρωμες σημαίες φέρνουν ζωή στο μονότονο γκρι και λευκό του παγετώνα, ενώ οι χιονοστιβάδες και οι πέτρες που πέφτουν σπάνε τη σιωπή, θυμίζοντας τη δύναμη του βουνού.
Το τελευταίο κομμάτι της πορείας είναι το πιο σκληρό. Το Base Camp δεν είναι απλώς ένας προορισμός είναι μια απόδειξη αντοχής. Μια επιβεβαίωση ότι το κατάφερες. Δεν είναι κατάκτηση, είναι επιστροφή στον εαυτό μας.
Όταν φτάνουμε, δεν υπάρχουν φωνές, μόνο χαμόγελα – χαμόγελα που κουβαλούν πολύ κούραση και αρκετή περηφάνια. Σηκώνω το κεφάλι και βλέπω τις σκηνές του Base Camp να απλώνονται στη βάση του παγετώνα. Ο κάθε ένας μας κοιτάζει γύρω του. Και τότε, έρχεται η στιγμή. Το τελευταίο βήμα, το τέλος της ανάβασης. Στέκεσαι μεταξύ του κόσμου και της ψηλότερης κορυφης του. Μεταξύ ουρανού και γής. Όλες οι δυσκολίες, η κούραση, ο πόνος, γίνονται μικρές μπροστά στη θέα. Στη στέγη του κόσμου, νιώθεις τα πάντα και τίποτα. Είσαι εκεί. Ζωντανός.
Μαζευόμαστε γύρω από τη διάσημη πέτρα του Base Camp για φωτογραφίες. Πριν πάρουμε το δρόμο της επιστροφής και για περίπου μια ώρα προσπαθούμε να χωνέψουμε αυτό που βλέπουμε, αυτό που νιώθουμε. Δεν έχει σημασία το υψόμετρο πλέον. Σημασία έχει ότι το καταφέραμε!
Μαριος, Σταυρος, Φάνης, Αλέξης, Λευτερης, Ορέστης, Σεραφείμ, Μαρία, Παναγιώτης, Αστερης, Ναστάζια, Παναγιώτης, Σωτήρης, Στας, Βασιλική, Βίκυ, Βιβιανα, Γεωργία, Ζησης, Νίκος, Νίνα
Η ομάδα του Basecamp αποτελείται από 21 μοναδικούς ανθρώπους, καθένας με τη δική του ιστορία και προσωπικότητα, αλλά με έναν κοινό στόχο: να ξεπεράσουν τα όριά τους και να ζήσουν μια εμπειρία που τους έμεινε αξέχαστη. Μαζί, μοιράστηκαν τη δύναμη της συνεργασίας και την αγάπη για την περιπέτεια, ξεπερνώντας κάθε πρόκληση που βρήκαν μπροστά τους.
Χρησιμοποιώντας τους συνδέσμους μου για τις αγορές ή τις κρατήσεις σου, βοηθάς το blog χωρίς επιπλέον κόστος για σένα. Ένα μεγάλο ευχαριστώ για την υποστήριξή σου!